Συντάκτης: tourkika.com

επίθημα

Το επίθημα -dâr

Το επίθημα -dâr (دار) προέρχεται από τα περσικά και έχει την έννοια της κατοχής. Στα τουρκικά τη συναντούμε συχνά ως κατάληξη σε ουσιαστικά με αραβική προέλευση. Στην τρέχουσα τουρκική γλώσσα η χρήση της είναι περιορισμένη και δεν υπακούει σε κάποιον κανόνα αρμονίας φωνηέντων.Υπακούει όμως στον κανόνα των άφωνων συμφώνων. Επιπλέον, μετά από την απλοποίηση της …

Blog

Μπόχα

Η λέξη μπόχα στα ελληνικά σημαίνει δυσάρεστη οσμή. Σύμφωνα με το λεξικό του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, αλλά και του Μπαμπινιώτη, η λέξη προέρχεται ίσως από τη λέξη απόχα < ἀποχ(ύνω) (αναδίδω). Η δική μου εκδοχή είναι η τουρκική λέξη bok (σκατά), η οποία είναι καταγεγραμμένη από στο Divânu Lügati’t-Türk, λεξικό γραμμένο το 1072-74. Τόσο εννοιολογικά, …

Λεξιλόγιο

Τσουτσέκι

Υπάρχει μια λέξη που όλοι συμφωνούν ότι προέρχεται από τα τούρκικα, αλλά και πάλι έχει προβληματική ετυμολογία. Σύμφωνα με τα πιο έγκυρα λεξικά (βλ. Μπαμπινιώτης, Τριανταφυλλίδης) η λέξη τσουτσέκι προέρχεται από την τουρκική çiçek (λουλούδι). Δείτε και εδώ για διαφορετικές ετυμολογίες που προτείνονται. Η λέξη στα ελληνικά σημαίνει άνθρωπο μικρό, μικροκαμωμένο, αναιδή, ασήμαντο, ρουφιάνο. Ενδιαφέρον …

Γραμματική

Δεικτικό επίρρημα (gösterme ve tanıtma belirteci: işte)

Το δεικτικό επίρρημα işte (να, ορίστε) έχει τις παρακάτω χρήσεις: επιβεβαιώνει το ρήμα:bak işte gidiyorum, να, δες, φεύγωyazdığın mektup işte masada, το γράμμα που έγραψες, να το, είναι στο τραπέζιişte Fatma geliyor, να η Φατμά έρχεταιişte çiçekler açtı, να τα λουλούδια έχουν ανθίσει Όταν επαναλαμβάνεται στην πρόταση, προσδίδει ένταση:işte hendek işte deve, ιδού η Ρόδος …

Γραμματική

Τοπικά επιρρήματα (yer, yön belirteçleri)

Τα τοπικά επιρρήματα προσδιορίζουν τον τόπο. Μερικά βασικά τοπικά επιρρήματα είναι τα εξής: alt, κάτω üst, πάνω iç, μέσα dış, έξω karşı, απέναντι sağ, δεξιά sol, αριστερά ön, μπροστά arka, πίσω orta, μέση yan, δίπλα, πλάι yakın, κοντά uzak, μακριά doğru, ευθεία, ίσια (συνήθως χρησιμοποιείται με δοτική πτώση) Τα παραπάνω επιρρήματα συνήθως χρησιμοποιούνται με κτητικά …

Γραμματική

Χρονικά επιρρήματα (zaman belirteçleri)

Τα χρονικά επιρρήματα προσδιορίζουν το πότε γίνεται μια ενέργεια. Τα κυριότερα στην τουρκική γλώσσα είναι τα εξής: Bugün – σήμεραbugün geldi, ήρθε σήμεραbugün gidecek, θα φύγει σήμερα Dün  – χθεςdün yazmış, το έγραψε χθεςdün verecekti, θα το έδινε χθες Yarın – αύριοyarın al, πάρε το αύριοyarın okuyayım, ας διαβάσω αύριο Bu günler – αυτές τις …

Γραμματική

Ρήματα ταχύτητας (tezlik fiili)

Στα τούρκικα μπορούμε να μετατρέψουμε τα ρήματα σε «ρήματα ταχύτητας», προσθέτοντας στη ρίζα τους το επίθημα -(y)ıvermek/-(y)ivermek/-(y)uvermek/-(y)üvermek/. Εννοιολογικά προσθέτουμε στη σημασία του ρήματος τη διάσταση του «βιαστικού», «γρήγορου», «ανυπομονησίας» και «αμεσότητας». Το ευφωνικό γράμμα –y– μπαίνει εφόσον η ρίζα του ρήματος λήγει σε φωνήεν. Το φωνήεν ı, i, u ή ü καθορίζεται από τον κανόνα …

Γραμματική

Προτροπή-παράκληση (hitaplı şart kipi)

Στα τουρκικά υπάρχει μια μορφή της ευκτικής-υποθετικής έγκλισης (χωρίς όμως την έννοια της υπόθεσης), η οποία έχει την έννοια της προτροπής–παράκλησης. Εννοιολογικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι πρόκειται για μια μορφή ήπιας προστακτικής. Χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό οικείο λόγο και ποτέ σε επίσημο λόγο. Εμπεριέχει μια μορφή απορίας. Αυτή σχηματίζεται μόνο στο β΄πρόσωπο, με τα …

Γραμματική

Σύνθετα ουσιαστικά (bileşik adlar)

Στα τουρκικά τα σύνθετα ουσιαστικά σχηματίζονται με διάφορους τρόπους: Από δύο ουσιαστικά, τα οποία δεν παίρνουν κανένα επίθημα. Συνήθως πρόκειται για τοπωνύμια ή επώνυμα, αλλά όχι μόνο. Παραδείγματα: Manavkuyu (manav + kuyu), τοπωνύμιο Göztepe (göz + tepe), τοπωνύμιο Atatürk (ata + Türk), επώνυμο (ο πρόγονος των Τούρκων) anneanne (anne + anne), γιαγιά (η μητέρα της …

Blog

Τσάρκα – çark

Η λέξη τσάρκα στα ελληνικά σημαίνει περίπατος, το μπες-βγες (εξ ου και διάφορες αργκοτικές λέξεις με δεύτερο συνθετικό τη λέξη). Η τσάρκα προέρχεται από τη τουρκική λέξη çark, που σημαίνει τροχός, ρόδα. Η τουρκική λέξη με τη σειρά της προέρχεται από την παλαιά περσική λέξη چرخ (çarx) που έχει την ίδια έννοια με τα τουρκικά. …