Το επίθημα –laş-/-leş– χρησιμοποιείται κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, με επίθετα, ώστε να δημιουργηθούν ρήματα με την έννοια του «γίνομαι κάτι».
Παραδείγματα:
güzelleşmek – ομορφαίνω
iyileşmek – καλυτερεύω
gerçekleşmek – πραγματοποιούμαι
aptallaşmak – αποβλακώνομαι
kutuplaşmak – πολώνομαι
Yunanlılaşmak – εξελληνίζομαι
firavunlaşmak – πεισμώνω
fosilleşmek – απολιθώνομαι