Λίγα λόγια για την τουρκική γλώσσα

Τελευταία ενημέρωση: 14 Νοεμβρίου 2025

ορισμός

Η τουρκική γλώσσα (Türkçe), όπως χρησιμοποιείται σήμερα στην Τουρκία, αποτελεί τη μοναδική επίσημη γλώσσα του τουρκικού κράτους. Στον παρόντα ιστότοπο, ο όρος «τουρκικά» αναφέρεται αποκλειστικά σε αυτήν τη σύγχρονη μορφή της γλώσσας, ώστε να διακρίνεται με σαφήνεια από τις περισσότερες από 30 συγγενικές γλώσσες των τουρκικών γλωσσών (Turkic languages), οι οποίες ομιλούνται από τα Βαλκάνια έως τη Σιβηρία και τη Δυτική Κίνα. Τα τουρκικά διαθέτουν δεκάδες εκατομμύρια φυσικούς ομιλητές εντός και εκτός Τουρκίας, γεγονός που τα κατατάσσει στις σημαντικότερες γλώσσες του κόσμου.

εξέλιξη

Η γλωσσολογική έρευνα τοποθετεί την καταγωγή της τουρκικής γλωσσικής οικογένειας στο 4500–4000 π.Χ. Η πρώιμη αρχαία τουρκική φαίνεται να διαμορφώνεται γύρω στο 3000 π.Χ., ενώ η Παλαιά Τουρκική αναγνωρίζεται από τον 6ο έως τον 8ο αιώνα μ.Χ. Το σημαντικότερο τεκμήριο αυτής της περιόδου είναι οι Επιγραφές του Ορχόν, που γράφτηκαν τον 8ο αιώνα με το λεγόμενο «τουρκικό ρουνικό» αλφάβητο. Οι επιγραφές αυτές αποτελούν θεμέλιο για τη μελέτη της ιστορίας και της εξέλιξης της τουρκικής γλώσσας και του πολιτισμού των Γκιοκτούρκων.

Καθώς οι τουρκικές φυλές μετακινούνταν προς τα δυτικά, κυρίως οι Σελτζούκοι και στη συνέχεια οι Οθωμανοί, η γλώσσα τους εξαπλωνόταν και εξελισσόταν. Τον 13ο–15ο αιώνα αναπτύσσεται η Μεσαία Τουρκική, από την οποία προκύπτει ο ογουζικός κλάδος και κατ’ επέκταση η Οθωμανική Τουρκική, η οποία αποτέλεσε την επίσημη γλώσσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Η οθωμανική γλώσσα ήταν ιδιαίτερα σύνθετη, γεμάτη δάνεια από τα αραβικά και τα περσικά, και χρησιμοποιούσε μια παραλλαγή του περσοαραβικού αλφαβήτου. Παράλληλα, υπήρξαν και μορφές της τουρκικής γραμμένες με ελληνικούς χαρακτήρες, όπως τα καραμανλήδικα, που χρησιμοποιούσαν οι τουρκόφωνοι ορθόδοξοι της Μικράς Ασίας.

Η γλωσσική μεταρρύθμιση του Ατατούρκ

Το 1928, στο πλαίσιο της εκσυγχρονιστικής πολιτικής της Τουρκικής Δημοκρατίας, ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ προχώρησε στη ριζική Γλωσσική Μεταρρύθμιση (Dil Devrimi). Η μεταρρύθμιση αυτή περιλάμβανε:

  1. Αλλαγή του αλφαβήτου

Το περσοαραβικό αλφάβητο αντικαταστάθηκε από ένα λατινικό αλφάβητο προσαρμοσμένο στον τουρκικό φωνολογικό πλούτο, με γράμματα όπως ç, ş, ğ, ı, ö και ü.

  1. «Καθαρισμό» του λεξιλογίου

Ιδρύθηκε το Türk Dil Kurumu (Τουρκικό Γλωσσικό Ίδρυμα), το οποίο είχε ως στόχο την αντικατάσταση χιλιάδων αραβικών και περσικών δανείων. Πολλές νέες λέξεις επινοήθηκαν, ενώ άλλες ανασύρθηκαν από παλαιότερες τουρκικές ρίζες από την Κεντρική Ασία.

σχέση με άλλες γλώσσες

Η σύγχρονη τουρκική γλώσσα παραμένει στενά συγγενική με άλλες τουρκικές γλώσσες όπως τα αζερικά, τα τουρκμενικά και τα γκαγκαούζικα. Φυσικά, η αμοιβαία κατανόηση ελαττώνεται με την απόσταση.

ταξινόμηση

Η τουρκική κατατάσσεται στις συγκολλητικές γλώσσες, όπως και η πλειοψηφία των γλωσσών του κόσμου. Έτσι, κάθε επίθημα φέρει μία και μόνο γραμματική πληροφορία. Η αρχική λέξη συνήθως παραμένει σταθερή, ενώ τα επιθήματα προστίθενται διαδοχικά, δημιουργώντας κάποιες φορές μεγάλες αλλά απολύτως αναλύσιμες λέξεις.

Παράδειγμα:

  • ev (σπίτι)
  • ev-ler (σπίτια – πληθυντικός)
  • ev-ler-im (τα σπίτια μου – κτητικό)
  • ev-ler-im-de (στα σπίτια μου – τοπική πτώση)
  • ev-ler-im-de-ydi (ήταν στα σπίτια μου – παρελθοντικός χρόνος)

Η διαφάνεια της μορφολογίας καθιστά την τουρκική ιδιαίτερα λογική.

Σε αντίθεση με τα παραπάνω, τα ελληνικά αποτελούν τυπικό παράδειγμα κλιτής γλώσσας. Σε τέτοιες γλώσσες μία κατάληξη μπορεί να εμπεριέχει πολλές γραμματικές πληροφορίες ταυτόχρονα.

Σύγκρινε μεταξύ ελληνικών και τουρκικών:

γράφ-ω → το «ω» δηλώνει ταυτόχρονα 1ο πρόσωπο, ενικό, ενεστώτα, οριστική. Η ρίζα «γράφ-» δεν μπορεί να σταθεί μόνη της ως λέξη.

yaz-ıyor-um (γράφω) → yaz- (ρίζα αναλλοίωτη του ρήματος σε όλες του τις μορφές, -ıyor (επίθημα που δηλώνει ενέργεια σε εξέλιξη), -um (επίθημα πρώτου προσώπου ενικού). Στο λεξικό το βρίσκουμε ως yaz-mak (γράφω), με το επίθημα του απαρεμφάτου). Η ρίζα μόνη της αντιστοιχεί στο β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής.

σπιτ-ιών → το «ιών» δηλώνει ταυτόχρονα πληθυντικό αριθμό και γενική πτώση. Η ρίζα «σπιτ-» δεν μπορεί να σταθεί μόνη της ως λέξη.

ev-ler-in (σπιτιών) → ev (σπίτι, παραμένει αναλλοίωτο κατά τη κλίση), -ler (επίθημα πληθυντικού αριθμού), -in (επίθημα γενικής πτώσης. Η ρίζα «ev» μπορεί να σταθεί μόνη της ως λέξη και την βρίσκουμε σε αυτή τη μορφή στο λεξικό. Αντιστοιχεί με το ουσιαστικό σε ονομαστική πτώση.

Η κατανόηση της διαφοράς ανάμεσα στα ελληνικά και τα τουρκικά είναι θεμελιώδης.