κεφτές - köfte
Έχει χυθεί αρκετό μελάνι για την ετυμολογία της λέξης κεφτές (ή κιοφτές, όπως προφέρεται σε διάφορες περιοχές).
Ενώ η ομοιότητα με την τουρκική λέξη είναι προφανής, αρκετοί έφτασαν στο σημείο να ετυμολογήσουν τη λέξη από το βυζαντινό κοπτόν κρέας. Ακόμα και ο Μπαμπινιώτης ετυμολογεί τη λέξη από το τουρκικό köfte. Ενδιαφέρον επίσης έχει και η εξάπλωση της λέξης και σε άλλες γλώσσες.
Η τουρκική λέξη köfte προέρχεται με τη σειρά της από το περσικό كوفته (kōfte) που σημαίνει «κοπανιστό» ή «αλεσμένο». Στα περσικά το ρήμα كوفتن (kōftan) σημαίνει κοπανώ.
Η λέξη αυτή, σύμφωνα με τον Nişanyan πάει πίσω στην ινδοευρωπαϊκή ρίζα *kop- που σημαίνει κόβω και κοπανώ.
Επομένως η σύγχρονη ελληνική λέξη προέρχεται από την τουρκική, η οποία την έχει δανειστεί από τα περσικά, τα οποία είναι ινδοευρωπαϊκή γλώσσα. Έτσι εξηγείται και η ομοιότητα της λέξης με το ρήμα κόπτω (< από τη ρίζα κοπ-), το οποίο στα αρχαία ελληνικά σήμαινε και «χτυπώ». Αυτή η ομοιότητα είναι που κάνει κάποιους να την ετυμολογούν από βυζαντινές ρίζες.